Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Φως στη σκια της εκπαίδευσης ή μία πρόταση εναλλακτικής θεώρησης της παραπαιδείας

Ό,τι ορίζουμε στον τόπο μας ως παραπαιδεία –μια μορφή ενισχυτικής ιδιωτικής διδασκαλίας- αποτελεί σήμερα παγκόσμιο φαινόμενο, που εμφανίζει ποικίλα χαρακτηριστικά σε διαφορετικές χώρες. Σε κάποιες απ’ αυτές έχει εισαχθεί με πρωτοβουλίες των κυβερνήσεων, για να βελτιωθούν οι επιδόσεις των αδύναμων μαθητών. Σε κάποιες άλλες έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά μιας διαδικασίας που αξιοποιεί τον ανταγωνισμό για την εισαγωγή στις δομές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και, ιδιαίτερα, στις σχολές υψηλής ζήτησης.
Για την απόδοση του φαινομένου διεθνώς έχει επικρατήσει ο όρος «σκιώδης εκπαίδευση» (shadow education). Η επιλογή του όρου μόνο τυχαία δεν είναι. Αντίθετα, συνδέεται με μια σειρά συνδηλώσεων. Πρώτα απ’ όλα, η «σκιώδης εκπαίδευση» δεν υπάρχει αυτοτελώς, αλλά βασίζεται στην ύπαρξη του επίσημου εκπαιδευτικού συστήματος. Με αυτό το πρίσμα, η «σκιώδης εκπαίδευση» αλλάζει, όταν παράλληλα μεταβάλλεται το μέγεθος και η δομή του επίσημου συστήματος. Έπειτα, σε όλες τις κοινωνίες η προσοχή της ανάλυσης δίνεται στο επίσημο σύστημα και όχι στη σκιά του. Αντίθετα, η σκιά που το συνοδεύει εμφανίζεται πάντοτε ως σκιά … χωρίς σαφή χαρακτηριστικά.
Η «σκιώδης εκπαίδευση» διατηρεί βαθιές ρίζες στην κουλτούρα πολλών κοινωνιών. Κάποιες φορές αναφέρεται ως μάστιγα. Ωστόσο, συνήθως αντιμετωπίζεται αμφίθυμα από τους αναλυτές. Αναμφίβολα εξυπηρετεί την επίτευξη των εκπαιδευτικών στόχων χωρίς άμεσο κόστος για το κράτος και διαμορφώνει καλύτερες προϋποθέσεις επιτυχίας για όσες και όσους μπορούν να διαθέσουν πόρους για την αγορά υπηρεσιών. Παράλληλα, εξασφαλίζει πρόσθετα εισοδήματα για εκπαιδευτικούς και, κυρίως, για εκπαιδευτικούς που δεν απασχολούνται στις δομές του επίσημου συστήματος. Ωστόσο, τα ιδιωτικά μαθήματα, που αξιοποιούν τον ανταγωνισμό και τους νόμους της αγοράς, δημιουργούν σοβαρές ανεπιθύμητες συνέπειες στην επίσημη εκπαίδευση. Εντείνουν τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, όταν το σχολείο υποτίθεται ότι, μεταξύ άλλων, έχει ως στόχο να αμβλύνει αυτές τις ανισότητες ακριβώς. Περιορίζουν τον ελεύθερο χρόνο των μαθητών, επιβαρύνοντάς τους ψυχολογικά. Δυσχεραίνουν τη λειτουργία των βασισμένων σε ηλικιακές ομάδες τάξεων, καθώς διευρύνεται το χάσμα στα επίπεδα απόδοσης. Πλήττουν την κοινωνική εμπιστοσύνη στο σχολικό θεσμό, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες που οι εκπαιδευτικοί του προσφέρουν παράλληλα έμμισθες υπηρεσίες στους μαθητές τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ζήτημα αυτό συνήθως εξετάζεται στη διεθνή βιβλιογραφία στο πλαίσιο των αναλύσεων για τη διαφθορά.
Διεθνώς η συζήτηση επικεντρώνεται επίσης στις απαραίτητες εκείνες ενέργειες που θα μπορούσαν να περιορίσουν το φαινόμενο της παραπαιδείας και να διαμορφώσουν τους όρους για την καλύτερη δυνατή συναρμογή του με τους στόχους που θέτει η κοινωνία για το εκπαιδευτικό της σύστημα. Στη συζήτηση αυτή έχουν προκύψει εδώ και χρόνια κάποιες αξιωματικές παραδοχές:
i) Είναι σημαντικό οι πολιτικές πάνω στο ζήτημα να μην επικεντρώνονται στο σύμπτωμα αλλά στις αιτίες του, οι οποίες δεν αφορούν μόνο το εκπαιδευτικό σύστημα αλλά, επίσης, την κουλτούρα που έχει διαμορφωθεί σε μια κοινωνία, όπως και κοινωνικές και οικονομικές παραμέτρους.
ii) Από τη μελέτη της σκιάς προκύπτουν σημαντικά ευρήματα για την ποιότητα των παροχών του εκπαιδευτικού συστήματος. Όσο μεγαλύτερη είναι η σκιά του συστήματος τόσο αυτό δεν καταφέρνει να ανταποκριθεί στις λειτουργίες του.
iii) Στις χώρες όπου ήδη ανθεί η παραπαιδεία οι πολιτικές που στηρίζονται στην επιβολή σχετικών απαγορεύσεων κατά κανόνα αποτυγχάνουν και διαιωνίζουν ένα καθεστώς ανομίας. Είναι χρησιμότερο ένα κανονιστικό πλαίσιο που επιχειρεί στοχευμένα να διευθετήσει τις καταχρηστικές και κοινωνικά άδικες πτυχές της παραπαιδείας, αξιοποιεί τις δυνατότητες που αυτή δίνει στους μαθητές χαμηλών επιδόσεων και λαμβάνει υπόψη τις στάσεις και τις ανάγκες των γονέων, των εκπαιδευτικών και άλλων παραγόντων.
iv) Είναι καθοριστικής σημασίας να υπάρξει ένα είδος χαρτογράφησης της «σκιώδους εκπαίδευσης», στην κατανόηση της οποίας θα ήταν χρήσιμη η διερεύνηση δύο βασικών ερωτημάτων: α) σε ποιο βαθμό η «σκιώδης εκπαίδευση» σχετίζεται με την πρόκληση εκπαιδευτικών, κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν; β) σε ποιο βαθμό και με ποιες προϋποθέσεις η «σκιώδης εκπαίδευση» δημιουργεί πόρους στο σύστημα που δεν έχουν αξιοποιηθεί και θα ήταν χρήσιμο να ενθαρρυνθεί η ενίσχυσή τους;
Στη «σκιώδη εκπαίδευση» οι επιδόσεις της χώρας μας είναι εντυπωσιακές. Η Ελλάδα συνιστά, μαζί με την Κορέα και την Ιαπωνία, ένα παράδειγμα κατάχρησης και υπερβολής στον τομέα αυτό. Μια «σκιώδης βιομηχανία» εκπαιδευτικών υπηρεσιών έχει αναπτυχθεί εδώ και δεκαετίες, με ετήσιο τζίρο που υπερβαίνει τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Η βιομηχανία αυτή ανταποκρίνεται στη ριζωμένη αντίληψη της κοινωνίας για τη σύνδεση της επιτυχίας στην εκπαίδευση με την κοινωνική και οικονομική κινητικότητα, στις στρεβλώσεις που συνδέονται με το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και στις πολλές και σημαντικές αδυναμίες του επίσημου εκπαιδευτικού συστήματος. Ανταποκρίνεται, επίσης, στην ανάγκη για εργασία μεγάλου αριθμού εκπαιδευτικών που διαφορετικά θα ήταν καταδικασμένοι στη χρόνια ανεργία. Δεν είναι αμελητέο και το γεγονός ότι δημιουργεί ευκαιρίες στους διορισμένους εκπαιδευτικούς να έχουν ένα συμπληρωματικό εισόδημα.
Οι πολιτικές που κατά καιρούς ενεργοποιήθηκαν για την «πάταξη της παραπαιδείας», βασιζόμενες στη λογική της απαγόρευσης, έχουν αποτύχει παταγωδώς. Μάλιστα, τα αποτελέσματα των όποιων παρεμβάσεων οδήγησαν σε ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Από τη θέσπιση των εισαγωγικών εξετάσεων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (δεκαετία 1960) και έως τις μέρες μας, τα μεγέθη της παραπαιδείας αυξήθηκαν με γεωμετρική πρόοδο. Μάλιστα, κορυφώνονταν κάθε φορά που μία σημαντική παρέμβαση στην οργανωτική πλευρά της εκπαίδευσης λάμβανε χώρα. Το ζητούμενο είναι πλέον να χαραχτούν ενεργητικές πολιτικές που να παίρνουν υπόψη τους τις παραδοχές που εκτέθηκαν παραπάνω.
Κυρίαρχη πρόκληση για την αντιμετώπιση του φαινομένου παραμένει η σημαντική βελτίωση της λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος, με την παροχή πρόσθετων πόρων και τον εξορθολογισμό του. Προς την κατεύθυνση αυτή θα συμβάλει η αποδέσμευση του Λυκείου από τη διαδικασία εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Παράλληλα, οι ιθύνοντες της εκπαιδευτικής πολιτικής οφείλουν να προχωρήσουν σε μια επισταμένη χαρτογράφηση της «σκιώδους εκπαίδευσης» και να επιλέξουν όσα μέτρα συντελούν ώστε αυτή, με διαφάνεια και διαδικασίες πιστοποίησης, να γίνει πόρος του συστήματος. Διάφορες πρακτικές έχουν εφαρμοστεί σε άλλες χώρες. Είναι σημαντικό οι όποιες παρεμβάσεις να λάβουν υπόψη την κουλτούρα που έχει διαμορφωθεί αλλά και το πλαίσιο της δια βίου μάθησης στις διάφορες μορφές της: τυπική, μη-τυπική, άτυπη.
Για παράδειγμα, θα μπορούσε να υπάρξει ένα σύστημα πιστοποίησης όσων φορέων ή φυσικών προσώπων παρέχουν ιδιωτική διδασκαλία, που, με τη σειρά τους, θα πιστοποιούν (προφανώς και με τα απαραίτητα αποδεικτικά εκπαιδευτικά και οικονομικά στοιχεία) την παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών σε ένα γνωστικό αντικείμενο. Για ποιον λόγο δεν αναγνωρίζεται ως εκπαιδευτικό προσόν το ότι οι μαθητές έχουν παρακολουθήσει 100 ώρες ιδιωτικής διδασκαλίας σε κάποιον κλάδο των μαθηματικών ή στα αρχαία ελληνικά; Στο σημερινό κυνήγι πιστοποιήσεων και βεβαιώσεων τι εξυπηρετεί να παραμένει στη σκιά ένα μεγάλο μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας; Και, άλλωστε, είναι λογικό η χώρα να οδηγείται στην πιστοποίηση προσόντων που αποκτώνται μέσω μη-τυπικής εκπαίδευσης και άτυπης μάθησης και να μην αναγνωρίζει ως δυνάμει μορφωτική διαδικασία την ιδιωτική διδασκαλία; Η υποχρέωση και η δυνατότητα πιστοποίησης της ιδιωτικής διδασκαλίας θα είχε σημαντικά εκπαιδευτικά και οικονομικά οφέλη για την κοινωνία και το κράτος. Θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα είδος λογοδοσίας των εμπλεκόμενων φορέων και προσώπων. Παράλληλα, θα περιόριζε σημαντικά το φαινόμενο της ιδιωτικής διδασκαλίας από εκπαιδευτικούς του δημόσιου συστήματος (ενδεχομένως για έναν συγκεκριμένο αριθμό εβδομαδιαίων ωρών και για μαθητές που δε φοιτούν στο σχολείο τους). Ένα τέτοιο μέτρο θα έπρεπε να συνοδεύεται απαραίτητα και από παράλληλη παροχή δωρεάν μαθημάτων που θα προσφέρονται με ευθύνη του κράτους για όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα και θα οδηγούν σε αντίστοιχες πιστοποιήσεις.
Φως στη σκιά θα προκύψει και με την παροχή οικονομικών και φορολογικών κινήτρων στις οικογένειες που οδηγούνται στην ιδιωτική διδασκαλία, προκειμένου να βελτιωθεί η ανεπαρκής επίδοση των παιδιών τους. Άλλωστε, στη σύγχρονη παιδαγωγική αντίληψη η ανεπαρκής επίδοση θεωρείται υπόθεση για την οποία ευθύνεται η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και όχι οι αποδέκτες της. Κάποιες χώρες διαθέτουν τους χώρους του σχολείου για την ευόδωση της συγκεκριμένης διαδικασίας, καθώς υπηρετούν το στόχο να περιοριστεί η ζήτηση για όσους έχουν υψηλές και να τονωθεί για όσους έχουν χαμηλές επιδόσεις. Ένα τέτοιο μέτρο θα καθιστούσε την ιδιωτική διδασκαλία πόρο του συστήματος, συμβάλλοντας θετικά στις λειτουργίες του σχολείου και διαμορφώνοντας ένα σαφές πλαίσιο λογοδοσίας για τους παρόχους ιδιωτικής διδασκαλίας.
Άλλες πρακτικές που μεσοπρόθεσμα φαίνεται να οδηγούν σε σημαντικά αποτελέσματα είναι ο επαναπροσανατολισμός των δομών ιδιωτικής διδασκαλίας προς την παροχή και πιστοποίηση ποικίλων γραμματισμών σε ενήλικες, η παροχή δωρεάν ενισχυτικής διδασκαλίας σε μαθητές ανεπαρκούς επίδοσης από εκπαιδευτικούς των σχολείων ή κοινωφελείς οργανώσεις, κ.α.
Σίγουρα είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι τόσα λίγα έχουν γίνει μέχρι στιγμής για ένα ζήτημα που συνδέεται με τόσο σοβαρές εκπαιδευτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες σε μια κοινωνία όπως η δική μας. Επιτέλους, κάτι πρέπει να συμβεί! Πρωταρχικής σημασίας είναι να βελτιωθεί το εκπαιδευτικό σύστημα και να αποδεσμευτεί το Λύκειο από την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Εξίσου σημαντική είναι μια διαφορετική ματιά στα πράγματα. Το υπαρκτό και διαχρονικό κοινωνικό φαινόμενο της παραπαιδείας να γίνει λειτουργικό, διαφανές και να ενταχθεί σε κριτήρια λογοδοσίας. Διαφορετικά θα συνεχίζουμε να φοβόμαστε και να ξορκίζουμε τη σκιά μας… 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Να γκρεμίσουμε το είδωλο των Πανελλαδικών εξετάσεων!

Να γκρεμίσουμε το είδωλο των Πανελλαδικών εξετάσεων! του Γιάννη Μπέτσα* Το Μάιο του 1902 κυκλοφορούσε από τις εκδόσεις Εστία το βιβλίο του Φώτη Φωτιάδη «Το γλωσσικόν ζήτημα κ’ η εκπαιδευτική μας αναγέννησις», το οποίο όρισε την εμφάνιση του εκπαιδευτικού δημοτικισμού ως κινήματος για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας μέσα από τη ριζική επαναθεμελίωση της εκπαίδευσής της. Έγραφε, λοιπόν, τότε ο Φωτιάδης: « είτε δημοτική είτε καθαρεύουσα είτε αλληλοδιδακτική είτε πανεπιστημιακή είτε ελληνοσχολική είτε γυμνασιακή είτε χωριάτικη είτε αστική, η ελληνική εκπαίδευσις είναι όχι κατωτέρα, μέση και ανωτέρα, αλλά κάτω, κατωτέρα και κατωτάτη. Έχει τρία στάδια ναρκώσεως. Συγχίζει [ sic ] εις το πρώτον, σκοτίζει εις το δεύτερον, σκοτώνει εις το τρίτον. Ο λόγος είναι απλούστατος. Από το σχολείον της γειτονιάς έως το Πανεπιστήμιον περιφέρεται με το χλωροφόρμιον της καθαρευούσης στα χέρια και αυτό μας χώνει ακατάπαυστα στη μύτη ». Απέναντι σε αδιέξοδα που για δεκαετίες είχαν σωρευτεί και είχαν...

Στην Ευρώπη του 2020. Περιφέρεια χωρίς Πανεπιστήμιο;

Στην Ευρώπη του 2020. Περιφέρεια χωρίς Πανεπιστήμιο; (του Γιάννη Μπέτσα*) Η νέα ευρωπαϊκή Στρατηγική «Ευρώπη 2020» (διάδοχος της Στρατηγικής Λισσαβόνας) καθορίζει ως προτεραιότητες τρεις αλληλένδετες πτυχές της ανάπτυξης: την έξυπνη ανάπτυξη, που σημαίνει ενίσχυση της γνώσης και της καινοτομίας, τη βιώσιμη ανάπτυξη, μέσω της προώθησης μιας πιο πράσινης και πιο ανταγωνιστικής οικονομίας, στην οποία οι πόροι χρησιμοποιούνται πιο αποδοτικά, την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, μια οικονομία με υψηλά ποσοστά απασχόλησης που επιτυγχάνει οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή. Μέσω των προτεραιοτήτων αυτών προσδοκάται η Ε.Ε. να αντεπεξέλθει της οικονομικής κρίσης και να επιτύχει την πολιτική συνοχή. Ζωτικής σημασίας προκλήσεις, η επιτυχής αντιμετώπιση των οποίων θα προσδιορίζει το μέλλον της κοινής ευρωπαϊκής προσπάθειας και την ποιότητα ζωής των μελλοντικών γενεών, αποτελούν, σύμφωνα με τη Στρατηγική «Ευρώπη 2020», η δημογραφική απειλή, το ανεπαρκώς εκπ...

Ο φασισμός και οι εργάτες της πέννας

Σαν σήμερα Γλέζος και Σάντας κατέβασαν την σβάστικα από την Ακρόπολη. 63 χρόνια μετά η οικογένεια του Απόστολου Σάντα διαμηνύει πως ο Φασισμός ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ… ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ!. Ο Μανόλης Γλέζος εκλέγεται πρώτος σε ψήφους ευρωβουλευτής. Η σβάστικα, ωστόσο, ξεθάβεται και πάλι. Πριν από μερικές μέρες, κατακρεούργησε έναν συνάνθρωπό μας. Σήμερα, βεβήλωσε το εβραϊκό νεκροταφείο στη Θεσσαλονίκη. Αύριο και μεθαύριο; Σαν αύριο και μεθαύριο, πριν από 63 χρόνια, οι εφημερίδες της εποχής βυσσοδομούσαν κατά των συμφερόντων του ελληνικού λαού και, προστατεύοντας ανίερα συμφέροντα, παρίσταναν τα καλά παιδιά στους Γερμανούς. Η Βραδυνή του Λέοντα Μπορτόλη σε πρωτοσέλιδο άρθρο της με τίτλο «Η Σημαία», αποφαινόταν: « Δεν είνε δυνατόν να ήσαν άνθρωποι με σώας τας φρένας αυτοί που υπεξήρεσαν, εν ώρα νυκτός, τη Γερμανικήν Σημαίαν, η οποία εκυμάτιζεν επί της Ακροπόλεως, παραπλεύρως της Εθνικής μας Σημαίας. Πάντως δεν είναι δυνατόν να ήσαν Έλληνες που αγαπούν το έθνος των. Διότι μόνον παράφρονες ή όργανα...