Συντάκτης: Γιάννης Μπέτσας*
Η έρευνα στο χώρο της εκπαίδευσης είναι
απόλυτα συνυφασμένη με τις αντινομίες που έχουν καταγραφεί στο πεδίο των
κοινωνικών επιστημών για τη φύση και τη συστηµατική παραγωγή της γνώσης. Ο
υπουργός παιδείας, Αριστείδης Μπαλτάς, είναι βαθύς γνώστης του «επίμαχου
χαρακτήρα του επιστημολογικού καθεστώτος που διέπει τις κοινωνικές και
ιστορικές επιστήμες», καθώς έχει καταπιαστεί με τη διερεύνηση του ερωτήματος
«πώς συγκροτείται μια επιστήμη του κοινωνικού και της ιστορίας». Ίσως αυτή να
είναι μια αυτονόητη εξήγηση της αποστροφής που έδειξε για τον ακατανόητο
επιστημολογικά και μεθοδολογικά συμφυρμό των πειραματικών εκπαιδευτικών
εφαρμογών με την αριστεία, που, όταν επιχειρείται σε «πειραματικά σχολεία», τα
καθιστά ψευδεπίγραφα. Βέβαια, η παρατήρηση αυτή αναφέρεται σε μια μικρή
μειοψηφία πειραματικών σχολείων της μέσης βαθμίδας που λειτούργησαν βάσει του
θεσμικού πλαισίου του ν.3966/2011. Είναι όμως άδικη για τη μεγάλη πλειονότητα
των πειραματικών σχολείων, όταν οι μαθητές τους εγγράφονται σ’ αυτά με τη
διαδικασία της κλήρωσης.
Στην ιατρική έρευνα, όταν επιχειρείται
να διερευνηθούν οι επιπτώσεις από μια νέα πρόταση θεραπείας, πρόληψης ή
επέμβασης, επιδιώκεται η κλινική δοκιμή σε τυχαιοποιημένα δείγματα,
πειραματικές ομάδες και ομάδες ελέγχου τυχαία διαχωρισμένες ως προς τα
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Αυτή είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση «εξωτερικής
εγκυρότητας», της πιθανότητας τα πειραματικά δεδομένα να γενικευτούν και να εφαρμοστούν
στο γενικό πληθυσμό αλλά και «εσωτερικής εγκυρότητας», ώστε οι παρατηρούμενες
επιπτώσεις να αντανακλούν καθαυτή την επιχειρούμενη πειραματική παρέμβαση και
όχι άλλες παραμέτρους. Η Παιδαγωγική, εκτός από θεωρητική, είναι και
εφαρμοσμένη κοινωνική Επιστήμη, για την οποία, όπως
έγραψε σε ένα άρθρο του ο Ομότιμος Καθηγητής και πρώην Επόπτης του Πειραματικού
Σχολείου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νίκος Τερζής, ένα Πειραματικό Σχολείο ΑΕΙ αποτελεί την κλινική και το εργαστήριο για
την παιδαγωγική λειτουργία των σχολείων. Αποτελεί, δηλαδή, το κατεξοχήν
εκπαιδευτικό πλαίσιο που προσφέρεται για την προαγωγή της εκπαιδευτικής έρευνας
και την πρακτική άσκηση των υποψήφιων εκπαιδευτικών. Και, προφανώς, ένα τέτοιο
πλαίσιο είναι ασύμβατο με την αριστεία, καθώς διαφορετικά η πειραματική έρευνα
στερείται «εξωτερικής εγκυρότητας» -τα αποτελέσματα δεν είναι πιθανό να
διαχέονται στο γενικό μαθητικό πληθυσμό- αλλά και «εσωτερικής εγκυρότητας» - τα
αποτελέσματα δεν οφείλονται στην επιχειρούμενη αλλαγή αλλά στη σύνθεση του
δείγματος (μαθητικού πληθυσμού που εισέρχεται με κριτήρια αριστείας).
Ήδη από το 1929, όταν εισάγεται στο
ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ο θεσμός των Πειραματικών Σχολείων, υπήρξε
χαρακτηριστική συναίνεση για την αναγκαιότητά τους τόσο ως προς την προαγωγή της
εκπαιδευτικής έρευνας όσο και ως προς την πρακτική άσκηση των υποψήφιων
εκπαιδευτικών. Ο Δημήτρης Γληνός, εκφραστής του κοινωνικού δημοτικισμού που
οραματιζόταν ένα σχολείο αταξικό σε κοινωνία σοσιαλιστική, αν και αντιτίθεται
σε βασικά σημεία των εκπαιδευτικών νομοσχεδίων του 1929, δηλώνει σύμφωνος «με
το νομοθέτη, ως προς την ίδρυση πειραματικών σχολείων» και περιορίζεται σε μια
σειρά παρατηρήσεων. Αξιοσημείωτη είναι η ένσταση του Γληνού για τη διάρκεια της
πρακτικής άσκησης που οριζόταν στα σχετικά νομοσχέδια. Επεσήμανε ότι δεν
αρκούσαν οι έξι μήνες και ότι απαιτούνταν διάστημα ενός έτους. Γιατί ο ν.4376/1929
προέβλεπε ότι «εις το Πειραματικόν Σχολείον υποχρεούνται να φοιτήσωσι προς
παιδαγωγικήν και διδακτικήν άσκησιν επί εξ μήνας πάντες οι πτυχιούχοι της
Φιλοσοφικής, Θεολογικής και της των Φυσικών και Μαθηματικών Σχολής του
Πανεπιστημίου οι θέλοντες να ασκήσωσι το έργον του διδασκάλου και μετά την
λήψιν του πτυχίου αυτών». Αλήθεια, σήμερα, ύστερα από περίπου έναν αιώνα, ποια
πολιτική ηγεσία του υπουργείου παιδείας θα δώσει επιτέλους διέξοδο στο τέλμα
που θέλει τη συντριπτική πλειοψηφία των υποψήφιων εκπαιδευτικών της
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να μην έχουν ούτε μία ώρα πρακτικής άσκησης σε
κάποιο σχολείο;
Για μια ακόμη φορά, η επικαιρότητα
αποτραβά τη ματιά μας από το δάσος και την απασχολεί σε ένα δέντρο. Ή, μάλλον,
στο κλωνάρι ενός δέντρου. Το δέντρο της αριστείας ξεράθηκε από έλλειψη νερού, όταν,
εδώ και χρόνια, κάποιοι ιδιώτες φύτεψαν δίπλα του το δέντρο της ηγεσίας για τα
νεαρά βλαστάρια τους. Το δάσος έχει προσβληθεί από μύκητες και παράσιτα, αποψιλώνεται
στερώντας μας το ζωτικό οξυγόνο. Κάτι πρέπει να κάνουμε, επειγόντως…
Το βαθύτερο πρόβλημα με τα Πειραματικά
Σχολεία αναφέρεται στη μη αξιοποίησή τους από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες
στο χώρο της παιδείας. Είναι αυτές που αγνοούν ή παραβλέπουν την έρευνα που
παράγεται στα σχολεία αυτά, καθώς σπάνια η εκπαιδευτική μας πολιτική βασίζεται
και τεκμηριώνεται στη συστηματική εκπαιδευτική έρευνα. Είναι, επίσης, αυτές που
στέκονται απρόθυμες να τα αξιοποιήσουν για την κατάρτιση όλων των εκπαιδευτικών
ανεξαιρέτως, εμμένοντας σε προσεγγίσεις που αντιτίθενται στην επιστημοσύνη και
τον επαγγελματισμό του εκπαιδευτικού κόσμου και τελικά στο συμφέρον των
μαθητών.
*Επίκουρος Καθηγητής Ιστορίας της Εκπαίδευσης,
Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου